«Οι ωραιότερες στιγμές που έζησα ήταν της αδικίας. Όποιος δέχεται τον άδικο, δέχεται τον αδικημένο Χριστό στην καρδιά του». Αγιος Γέρων Παίσιος



Ιερές Ακολουθίες του μήνα
Αρχική » Επίκαιρα κείμενα

Όποιος μελετήσει με ευλάβεια καί προσοχή τούς θεο­μητορικούς ύμνους καί όσα έχουν γραφτεί θεοπνεύστως γιά τήν Πα­ναγία μας, θά μπορέσει νά κατανοήσει τήν αιτία, ένεκα τής όποιας ασκεί μιά τέτοια απερίγραπτη έλξη στίς καρδιές των άνθρώ- πων, καί τά κείμενα τού Ακαθίστου Ύμνου παρέχουν, σέ όσους θέλουν, μιά τέτοια προσευχητική διαδικασία καί εύκαιρία. Μεταξύ των πολλών πού εψάλαμε απόψε, προκειμένου νά εκδηλώσουμε τά αισθήματα τιμής καί ευγνωμοσύνης πρός τό πρόσωπο τής Παναγίας μας, άλλά καί αυτό τό περιεχό­μενο τής πίστεώς μας, είναι καί εκείνη η πρό­ταση, πού τήν παρουσιάζει ώς Παράδεισο! ’Ονομάσαμε τήν Παναγία «Έμψυχο Παρά­δεισο». Είναι, πράγματι, Παράδεισος η Πανα­γία. Δεν ευρίσκεται άπλώς στόν Παράδεισο, είναι ή ίδια Παράδεισος, καί μάλιστα, ζωντα­νός Παράδεισος, έμψυχος Παράδεισος! Στήν Παλαιά Διαθήκη, στό βιβλίο τής Γενέσεως, ό Παράδεισος περιγράφεται ώς τό­πος, καί ταυτοχρόνως, ώς κατάστασις. Είναι ό τόπος, πού δημιούργησε ό Θεός, καί στον οποίον τοποθέτησε τούς Πρωτοπλάστους, «είς τόν Παράδεισον της τρυφής», εκεί τούς έτοποθέτησε. Είναι καί η κατάστασις, περί τής όποιας ομιλούμε. Παράδεισος σημαίνει τήν κοινωνία τού Θεού μέ τούς άνθρώπους, τήν κοινωνία των άνθρώπων μέ τόν Θεό. Ό Παράδεισος, όμως, είχε στό κέντρο του ένα δένδρο, άπό τό όποιο ό Θεός είχε άπαγορεύσει στούς πρωτοπλάστους νά γευθούν. Τούς είπε: «Άπό παντός καρπού πού ύπάρχει στόν Παράδεισο μπορείτε νά γευθείτε πλήν τού δένδρου τής γνώσεως».

Οί πρωτόπλα­στοι, πού έδειξαν, δυστυχώς, περισσότερη εμπιστοσύνη στόν έχθρό τους διάβολο καί όχι στόν Δημιουργό τους, τόν Θεό, έκαναν άνυπακοή καί έφαγαν άπό τόν άπαγορευμένο καρπό καί υπέκυψαν στόν θάνατο καί τήν φθορά. Ό Θεός τούς είχε προικίσει μέ πολλά χαρίσματα, καί εάν έμεναν πιστοί στήν έντολή Του, τότε θά κατόρθωναν τήν άθανασία. Θά ήταν σταθεροί στό καλό, όπως είναι τά τάγματα τών Αγίων Αγγέλων. Άλλά πλανεύ­τηκαν, καί αιτία τής πλάνης ήταν ό εγωισμός. Ό εγωισμός τούς έκανε νά επιδιώκουν τά υψηλά, αδιαφορώντας γιά τόν τρόπο τής άνόδου καί περιφρονώντας Αύτόν, ό όποιος έθεσε, καθώς είχε δικαίωμα, τούς κανόνες καί τούς όρους τής τελειοποιήσεως καί τής θεώσεως.Όταν οί άνθρωποι έδειξαν ανυπα­κοή, αισθάνθηκαν, καταρχήν, ότι ήσαν γυμνοί καί άρχισαν νά ντρέπονται. Καί πρίν ήσαν γυμνοί, άλλά δέν έντρέποντο, γιατί δέν είχε εισχωρήσει μέσα τους ή πονηριά καί η άμαρτία. Αίσθάνθηκαν, άκόμη, ότι τό μυαλό τους σκοτίστηκε, άντί νά φωτιστεί καί νά θεωθεί καί είδαν, σύμφωνα μέ τήν προειδοποίηση πού ό Θεός τούς είχε δώσει, ότι άρχισαν νά φθείρονται, νά παλιώνουν καί νά πεθαίνουν. Αλλά, όπως λέγει καί ό Μέγας Βασίλειος καί οί Πατέρες τής Εκκλησίας, πού διδάσκουν καί ερμηνεύουν τήν Πίστη μας, ό Θεός δέν άφησε τό πλάσμα Του καταδικασμένο στήν απώλεια, άλλ’ ήλθε καί τό έσωσε. Ήλθε νά κάνει αύτό πού δέν έκανε ό άνθρωπος. Τί; Νά ύπακούσει στό θέλημα του Θεού. Ήλθε, διά τής Θεοτόκου! Σαρκώθηκε έκ Πνεύμα­τος Αγίου καί Μαρίας τής Παρθένου, η όποια του εδάνεισε σάρκα καί οστά, προκειμένου Εκείνος, ώς Θεάνθρωπος, νά μάς σώσει, νά μάς θεραπεύσει, νά μάς κάνει άθανάτους καί πάλι. Πώς έγινε αύτό; Μέ τήν πρόσληψη τής άνθρωπίνης φύσεως.

Πήρε πάνω Του τόν άνθρωπο, έγινε ένα μέ τόν άνθρωπο, αχώριστα καί άδιαίρετα, άλλά ταυτοχρόνως άναλλοίωτα καί άτρεπτα, χωρίς νά βλαφθεί, χω­ρίς νά αλλάξει, χωρίς νά διαιρεθεί, χωρίς νά τροποποιηθεί καμμία άπό τίς φύσεις, ούτε ή θεία, ούτε ή άνθρώπινη, καί οί δύο ενωμένες άρμονικά σέ ένα πρόσωπο, σέ μιά ύπόσταση, στό πρόσωπο τού Κυρίου μας, τού Θεανθρώ­που Ιησού Χριστού. Ό Χριστός έφερε πάλι τόν άνθρωπο στόν Παράδεισο, άφού σαρ­κώθηκε καί έκαμε τό έργο πού άνέλαβε γιά τήν σωτηρία τού ανθρώπου, εδίδαξε, σταυ­ρώθηκε, απέθανε, ετάφη, άναστήθηκε καί, έν συνεχεία, ανελήφθη εις τούς Ούρανούς. Ανελήφθη, όχι όπως κατέβηκε, άλλά ανελή­φθη έν δόξη. Καί τί έδόξασε; Τήν θεία φύση Του; Όχι, γιατί ούδέποτε έχασε τήν δόξα Της. Έδόξασε τήν άνθρώπινη φύση, τήν όποια προσέλαβε, γιατί άνέβηκε στόν ούρανό καί έκάθισε στά δεξιά τού Πατρός, όχι μόνον ώς Θεός, άλλά καί ώς άνθρωπος.’Έτσι ό άνθρω­πος μπήκε πάλι στόν Παράδεισο.

Ή Παναγία μας, λοιπόν, είναι ό Παράδεισος, διότι εκείνη μάς έφερε έν μέσω ημών, Αύτόν πού είχε μέσα στά σπλάχνα Της, τόν Κύριο τής ζωής, τόν νικητή τού θανάτου. Αύτόν πού θά αναστήσει όλους τούς νεκρούς, κατά τήν ημέρα τής Δευτέρας Παρουσίας. Αύτόν, ό οποιος δίνει τό γλυκό ποτό τής ζωής, άντί τού πικρού ποτηρίου τού θανάτου, μέ τό όποιο μάς επότισε ό μισόκαλος καί μισάν­θρωπος έχθρός μας, ό διάβολος. Αύτό πού δίνει ό Χριστός, ζωοποιεί. Ποιό είναι αύτό τό γλυκό ποτό, τό όποιο ζωοποιεί καί άφθαρτίζει καί άπαθανατίζει τούς άνθρώπους; Είναι τό Τίμιο Αίμα Του, τό εκχυθέν ύπέρ τής τού κόσμου ζωής καί σωτηρίας. Ποιους άνθρώ­πους θέλει νά ζωοποιήσει; Όλους τούς άνθρώπους.Όλοι ζωοποιούνται;Όλοι κερδί­ζουν τόν Παράδεισο; Όχι. Άλλά, ποιοι; Όσοι θέλουν καί μετέχουν στό Μυστήριο αύτό μέ πίστη.Όσοι έμπιστεύονται ώς Θεό, τόν Χρι­στό. Όσοι τόν άποδέχονται, ώς Σωτήρα καί Λυτρωτή. Όσοι Τόν ύπακούουν ώς άληθινό Θεό καί όσοι προσπαθούν στήν ζωή τους καί άγωνίζονται νά Τού ομοιάσουν στήν ύπακοή, στήν άγάπη, στήν θυσία καί τήν προσφορά.

«Ζωοποιεί, πίστει τούς μετέχοντας καί φθορά ύποκύψαντας». Όλοι οί άνθρωποι έχουμε υποκύψει στήν φθορά. Όλοι κατα­λαβαίνουμε καί τό συνειδητοποιούμε, μέρα μέ τήν μέρα, ότι παλιώνουμε. Λέγει ή Αγία Γραφή, ότι πάντες, χωρίς καμμία έξαίρεση, «ώς ίμάτιον παλαιωθήσονται».Όλοι παλιώ­νουμε, σάν τά ρούχα. Τί καί άν κάνουμε προ­σπάθειες νά μήν φανεί ή φθορά, άλλά νά τήν κρύψουμε, χρησιμοποιώντας διάφορους τρόπους πού παρατείνουν τήν νιότη μας ή μάλλον πού αποκρύβουν τήν γήρανση μας καί τήν ασχήμια μας. Όλοι γνωρίζουμε ότι τό ψέμμα δέν μπο­ρεί νά σταθεί καί ή άλήθεια μένει καί όλοι ζυγώνομε πρός τήν τελική φθορά τήν όποια φέρνει ό θάνατος, ό όποιος μεταβάλλει τόν άνθρωπο «εις όστέα γυμνά και ξηρά».Έάν ό άνθρωπος ήταν αύτό πού πεθαίνει καί πού τελικά κατοικεί μέσα σέ έναν τάφο ή μέσα σ’ ένα μικρό κυτίο, θά ήταν ό δυστυχέστερος όλων ιών κτισμάτων, άκόμη καί αύτών τών ζώων, πού ζούν βίον άλυπον. Άλλ’ ό Θεός εύδόκησε νά ζούμε, καί μάλιστα, αιώνια, χω­ρίς λήξιν. Τόν θάνατο τόν έσκύλευσε, τόν ξε­δόντιασε στήν κυριολεξία, τού αφήρεσε τό κεντρί, τόν έκανε ύπνο, μιά προσωρινή κα­τάσταση, άπό τήν οποια θά ξυπνήσουμε, καί όσοι πιστεύουμε, θά ζωοποιηθούμε. Όσοι, όμως, δέν πιστεύουμε, κάνοντας κακή χρή­ση τής ελευθερίας μας, θά ακολουθήσουμε ό,τι έπιλέξαμε σ’ αύτή τήν ζωή. Έπιλέξαμε τόν διάβολο, τά έργα του τά άμαρτωλά, τά σκοτεινά; Ακολουθήσαμε τήν πομπή του καί τήν συνοδεία του; Αύτή θά είναι καί ή κληρο­νομιά μας, μετά τήν Δευτέρα Παρουσία. Έπι­λέξαμε μέ φιλότιμο, άγάπη καί εύγνωμοσύνη τόν Χριστό; Τότε, ό Παράδεισος θά είναι ή αιώνια κληρονομιά μας.

Ή Παναγία μας, λοιπόν, είναι ό Παράδει­σος, γιατί ένωσε μέσα Της Θεό καί άνθρω­πο. Είναι, όμως, καί Έκείνη πού άνοιξε τόν Παράδεισο, γιατί τής είπαμε σέ ένα άπό τά Χαίρε, «Χαίρε, δι’ ής ήνοίχθη Παράδεισος». Χαίρε, διότι, εσύ είσαι εκείνη, διά τής όποιας άνοίχθηκε καί πάλι ό Παράδεισος. Αδελφοί μου, η Παναγία μας, προσφέρει διά τού Τόκου Της σέ όλον τόν κόσμο τό δώρον τής ζωής, τό άνθος τό Αμάραντο, τόν Υιόν καί Θεόν της, τόν Λυτρωτή μας, καί γί­νεται ή ώραία πύλη, τό κλειδί τής θύρας τού Παραδείσου.

Εντούτοις, ό κόσμος συνεχίζει κατά άδικαιολόγητον τρόπον νά πλαναται, νά περιπλαναται ένθεν κακείθεν, καί νά προ­σπαθεί νά βρει παραδείσους εκεί πού δέν ύπάρχουν.Έτσι, λοιπόν, χρησιμοποιούμε γιά πολλά πράγματα τήν ονομασία τού Παρα­δείσου. Παράδεισο ύπόσχονται εκείνοι, ο'ι όποιοι προσελκύουν στήν καταστροφική οδό τών ναρκωτικών καί τών ποικίλων εξαρ­τήσεων τά παιδιά μας, καί όταν βρίσκονται βουτηγμένα, βυθισμένα, ανίκανα, άδύναμα, πραγματικά άξιολύππτα πλάσματα μέσα στήν καταστροφή, καταλαβαίνουν ότι ό παράδει­σος, πού τούς έταξαν αύτοί πού ήθελαν νά πλουτίσουν μέ τόν δικό τους τόν θάνατο, τόν ψυχικό καί τόν σωματικό, ήταν ψεύτικος πα­ράδεισος. Παράδεισο ύπόσχονται καί πολλοί τρόποι διασκεδάσεως, πού προάγουν τήν σαρκολατρία, τήν ασωτία, τίς ηδονές καί τίς ευχαριστήσεις, καί τρέχει ό άνθρωπος διψασμένος νά κορέσει τήν δίψα του, καί όταν αύτό τό πετύχει, νιώθει πίκρα στό στόμα του καί στήν καρδιά του κενό, καί τελικά κατανο­εί ότι αύτό πού έλαμπε καί αύτό πού τού πα­ρουσιάστηκε ώς Παράδεισος δέν ήταν ό πα­ράδεισος, άλλά ήταν κόλαση. Γι’ αύτό, πρέπει νά προσέχουμε καί πρέπει νά διακρίνουμε.

Νά έχουμε τήν δυνατότητα νά δούμε τί είναι τού Θεού καί τί είναι τού διαβόλου, γιατί ό διάβολος, προκειμένου νά πλανήσει τόν άνθρωπο, μετασχηματίζεται, στήν κυριολε­ξία, άλλά καί μέσα άπό πολλούς τρόπους, ώς άγγελος φωτός, γιά νά πλανήσει, άκόμα καί τούς εκλεκτούς. Παράδεισο υπόσχονται καί οί αιρετικοί όλων τών έποχών, πού θέλουν καί άγωνίζονται νά άποσπάσουν όπίσω τους τά παιδιά τής Εκκλησίας. Νά προσέξουμε νά μήν χάσουμε αύτή τήν μεγάλη κληρονομιά, μέ τήν όποια μάς έτίμησε ό Θεός μας. Αύτή την κληρονομιά, μέ τήν όποια μάς έτίμησε ή Παναγία μας, μέ τήν ύπακοή Της, μέ τήν άγάπη Της καί μέ τήν προσφορά Της. Όταν θέλουμε Παράδεισο, στήν Εκκλησία θά τόν βρούμε, γιατί ή Εκκλησία είναι Παράδεισος.

Όταν θέλουμε Παράδεισο, στήν Παναγία θά προστρέξουμε, γιατί αύτή είναι ό έμψυχος Παράδεισος. Όταν θέλουμε νά δούμε πολί­τες τού Παραδείσου, στούς Αγίους μας θά τρέξουμε, γιατί αύτοί οί ίδιοι προγεύονται τήν χαρά τού Παραδείσου. Όταν θέλουμε νά πιούμε τό ποτό, όχι τής άμαρτίας, άλλά τό πραγματικό γλυκύ ποτό τής Άναστάσεως, τού Παραδείσου καί τής άθανασίας, στόν Χριστό θά τρέξουμε. Γιατί, Εκείνος, όλους εμάς τούς γηγενείς, τούς κατοίκους τής γής, αφθαρτίζει καί ζωοποιεί. Καλό Παράδεισο, άς εύχηθούμε εις εαυτούς καί άλλήλους, ταίς πρεσβείαις τής Κυρίας Θεοτόκου.

 

O Xαλκίδος Χρυσόστομος





Επίκαιρα κείμενα

DVD Πατήστε εδώ για να το δείτε

Επικοινωνία | Ο Ναός μας | Εκδόσεις
Copyright Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου του Νέου, με την υποστήριξη της e-RDA