«Δε χρειάζομαι να διαβάσω εφημερίδες (…) από τη συμπεριφορά του περαστικού στο δρόμο, μπορώ να πληροφορηθώ καλύτερα από κάθε εφημερίδα ποιοι είμαστε, που πάμε…» Μίλτος Σαχτούρης



Ιερές Ακολουθίες του μήνα
Αρχική » Επίκαιρα κείμενα

Ο φλογερὸς ἱεροκήρυξ Ἀρχιμανδρίτης π. Βενέδικτος Πετράκης († 1961) εἶχε ἄξιο συμπαραστάτη στὸ πολύμοχθο ἱεραποστολικό του ἔργο στὸ Ἀγρίνιο τὸν Ἠλία Ξένο, μετέπειτα Ἀρχιμανδρίτη Σπυρίδωνα, Γέροντα τῆς Καλύβας «Ἅγιος Σπυρίδων» στὴ Νέα Σκήτη τοῦ Ἁγίου Ὄρους. Ὁ τελευταῖος μᾶς περιγράφει διάφορες ἐκδηλώσεις ἀγά- πης τοῦ ἀειμνήστου ἱεροκήρυκος.

«Ἀνήσυχος καὶ ἀκούραστος ὁ π. Βενέδικτος φρόντιζε γιὰ ὅλα καὶ γιὰ ὅλους. Ὅταν ἐρχόταν ὁ καιρὸς γιὰ νὰ πᾶνε μερι- κοὶ ἱερεῖς στὸ Πνευματικὸ Φροντιστήριο τῆς Πεντέλης, περνοῦσαν ἀπὸ τὸν π. Βενέδικτο νὰ τὸν χαιρετήσουν, γιατὶ θὰ ἔλειπαν ὅλο τὸν χειμῶνα. Ἐκεῖνος, ἀφοῦ τοὺς συμβούλευε γιὰ διάφορα ζητήματα, τοὺς ψαχούλευε στὶς πλάτες, κι ἂν κάποιος ἦταν ἐλαφρὰ ντυμένος, τοῦ ἔδινε ἀτομικά του πουλόβερ, κοντόρασα, φανέλλες. Τοὺς συνιστοῦσε νὰ ντύνονται καλά, γιατὶ στὴν Ἀθήνα κάνει πολὺ κρύο. Ἔτσι ὅμως ἔφθανε στὸ σημεῖο νὰ μὴν ἔχη ὁ ἴδιος νὰ ντυθῆ τὸν χειμῶνα καὶ νὰ κρυώνη. Κάποτε μοῦ εἶπε: - Νὰ συνεννοηθῆς μὲ τὴν κ. Εὐτυχία, γιὰ νὰ μοῦ φτιάξετε 2 ἕνα κοντόρασο χοντρό, γιατὶ κρυώνω. - Πάτερ, τοῦ ἀπάντησα, δὲν εἶναι δύο μῆνες ποὺ σοῦ φέραμε κοντόρασο ἀπὸ ἀκριβὸ ὕφασμα. Τί ἔγινε; - Νά, τὰ παιδιὰ ποὺ πᾶνε στὸ Φρον- τιστήριο, στὴν Ἀθήνα, ἦταν ἐλαφρὰ ντυμένα καὶ τοὺς τὸ ἔδωσα. Τί νὰ κάνουμε; Νὰ τὰ ἄφηνα νὰ πουντιάσουν; Ἡ ἀγάπη του δὲν εἶχε ὅρια!

Μιὰ μέρα μὲ καλεῖ καὶ μοῦ λέει: - Ἔχουμε ὀκτὼ φοιτητές. Θέλουμε δώδεκα χιλιάδες δραχ- μές, γιὰ νὰ πληρώσουμε στὸ πανεπιστήμιο. Ποὺ θὰ τὰ βροῦμε; Μέχρι τώρα ἐνοχλοῦσα ἐγὼ ὁρισμένους φιλανθρώ- πους πλουσίους. Ἀλλὰ ἕως πότε θὰ μοῦ δίνουν οἱ ἄνθρωποι; Ζήτησε λοιπὸν ἐσὺ ἀπ᾿ αὐτοὺς κι ἐγὼ θὰ ζητήσω ἀπὸ μερικὲς κυρίες. Μαζέψαμε δέκα χιλιάδες πεντακόσιες, ἀλλὰ μᾶς ἔλειπαν χίλιες πεντακόσιες, δηλαδὴ τὸ ποσὸν γιὰ ἕνα φοιτητή. - Πρέπει νὰ τὰ βροῦμε κι αὐτά, μοῦ λέει, ἀλλιῶς θὰ δώσω νὰ πουλήσουν τὸν σταυρό μου. Ἐννοοῦσε τὸν μοναδικὸ ἐπιστήθιο σταυρό, ποὺ φοροῦσε στὴν Ἐκκλησία καὶ στὰ κηρύγματα! Τοῦ εἶπα ἀγανακτισμένος: - Ἂν τὸν δώσης, θὰ φύγω ἀπὸ κοντά σου. Νὰ μὴ σπουδά- σουν καὶ μερικοί. Ἐμεῖς ἀναλάβαμε νὰ σπουδάσουμε ὅλα τὰ παιδιὰ τοῦ κόσμου; Τελικά, χωρὶς νὰ ξέρω, τὸν πούλησε. Τὸν εἶδα μία-δύο Κυριακὲς στὴ Θεία Λειτουργία καὶ στὸ κήρυγμα νὰ μὴ φορῆ σταυρό. - Ποῦ εἶναι, πάτερ, ὁ σταυρός; τὸν ρώτησα. - Ἔπιασε τόπο, παιδί μου, καὶ μὴ στενοχωριέσαι. Τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ λέγονται καὶ χωρὶς σταυρό. Σὲ λίγες μέρες ἀρρώστησε ἀπὸ γρίππη. Πάω νὰ τὸν δῶ καὶ μοῦ δίνει ἕνα χαρτὶ λέγοντας: - Τί εἶναι αὐτό; - Κάποιο δέμα ἔχεις, πάτερ. Θὰ πάω στὸ ταχυδρομεῖο νὰ στὸ φέρω. Πῆγα, τὸ πῆρα, καὶ στὸ σπίτι τὸ ἀνοίξαμε. Τί νὰ δοῦμε; Εἶχε μέσα ἕναν καινούργιο ἐπιστήθιο σταυρὸ μ᾿ ἕνα σημείωμα ἀπὸ τὸν ἀείμνηστο Τρίκκης καὶ Σταγῶν Δωρόθεο. Ὁ Μητροπολίτης αὐτὸς εἶχε χτυπήσει σὲ αὐτοκινητιστικὸ ἀτύχημα, καὶ ἐπὶ τῇ διασώσει του εἶχε στείλει ὁ π. Βενέδικτος τηλεγράφημα. Γνωρίζονταν ἀπὸ τὴν Κόρινθο, ὅπου ἦταν μαζὶ στὴ Σχολή. Τὸ σημείωμα ἔγραφε: «Σοῦ στέλνω, π. Βε- νέδικτε, τὸν σταυρό. Εὔχομαι νὰ γίνης δεσπότης καὶ νὰ σοῦ στείλω ὅλα τὰ ἀρχιερατικά. Οὐδεὶς ἄλλος ἐκ τῶν γνωστῶν μου ἀρχιερέων καὶ ἱεροκηρύκων μοῦ ἔστειλε δυὸ λέξεις, ἐπὶ τῇ διασώσει μου». - Τὸ βλέπεις, ὀλιγόπιστε; μὲ μάλωσε. Παλιὸ σταυρὸ ἔδωσα, καινούργιο μοῦ ἔστειλε ὁ Χριστός.

Μιὰ ἄλλη φορὰ τοῦ πῆγα πέντε κουβέρτες καινούργιες καὶ τοῦ λέω: - Πάτερ, μὴν τὶς δώσετε πουθενὰ αὐτές, γιατὶ δὲν τὶς οἰκο- νομοῦμε εὔκολα. Νὰ τὶς ἔχετε, νὰ σκεπάζετε τοὺς πατέρες καὶ ἀδελφοὺς ποὺ φιλοξενεῖτε. Καὶ νά, σὲ λίγο καιρὸ ἔρχεται ὁ ἀείμνηστος Δημήτριος Παναγιωτόπουλος μὲ δύο ἀκόμα. Μὲ παίρνει τηλέφωνο καὶ μοῦ λέει: - Συνεννοηθῆτε μὲ τὴν κ. Εὐτυχία, νὰ φέρη κουβέρτες νὰ σκεπάσουμε τοὺς φιλοξενουμένους μας. - Πάτερ, δὲν σᾶς ἔχω φέρει κουβέρτες καινούργιες; - Πέρασε κάποιος ποὺ ἀποφυλακίστηκε. Τοῦ τὶς ἔδωσα γιὰ νὰ τὶς πουλήση. Νὰ πάρη ὁ ἄνθρωπος τρόφιμα καὶ πράγματα γιὰ τὴν οἰκογένειά του. Θύμωσα, μὰ δὲν εἶπα τίποτα.

Ἄλλοτε πάλι πάω σπίτι του καὶ βρίσκω μιὰ ἡλικιωμένη κυ- ρία νὰ περιμένη στὸν προθάλαμο. Ὁ π. Βενέδικτος μὲ πῆρε ἰδιαιτέρως καὶ μοῦ εἶπε: - Τὸ κιλίμι ποὺ ἔχουμε στὴν Ἐκκλησία, νὰ τὸ μαζέψης, νὰ τὸ τυλίξης καὶ νὰ τὸ δώσης σ᾿ αὐτὴ τὴν κυρία. - Μά, πάτερ, δὲν πάει καιρὸς ποὺ τὸ πήραμε. Δὲν τὸ χαρήκα- με! Καὶ κάνει κρύο. Θὰ πουντιάσετε ἐκεῖ ποὺ πατᾶτε στὸ Ἱερό. - Κάνε ὅ,τι σοῦ λέω, μοῦ ἀπαντᾶ. Πῆγα, τὸ μάζεψα, τὸ ἔδεσα καὶ τὸ κατέβασα κάτω. - Πάρτο, παιδί μου, τῆς λέει. Πούλησέ το καὶ δῶσε τὰ χρήματα στὴν κόρη σου, τὴν φοιτήτρια, νὰ πληρώση τὰ χρέη της. Ἀφοῦ ἔφυγε ἡ γυναίκα, πιάνω τὴν πόρτα πρὸς τὴν κουζίνα, νὰ εἶναι ἀνοιχτή, γιὰ νὰ μπορῶ νὰ φύγω, καὶ βάζω τὶς φωνές: - Δὲν θ᾿ ἀφήσης τίποτε ἐδῶ πέρα! Τί θὰ γίνει μ᾿ αὐτὴ τὴν κατάσταση; Δὲν μποροῦμε ἐμεῖς νὰ τὰ οἰκονομοῦμε ὅλα! - Ἔλα μέσα, μοῦ λέει. Ἀλλὰ ποῦ νὰ τολμήσω. Εἶχε τὴ μαγκούρα στὸ χέρι. Ἔφυγα γρήγορα ἀπὸ τὴν πίσω πόρτα τρέχοντας».

 

Χαρίσματα καὶ Χαρισματοῦχοι,

Τόμος Γ’, ἔκδοσις Ἱερᾶς Μονῆς Παρακλήτου





Επίκαιρα κείμενα

DVD Πατήστε εδώ για να το δείτε

Επικοινωνία | Ο Ναός μας | Εκδόσεις
Copyright Ιερός Ναός Αγίου Νικολάου του Νέου, με την υποστήριξη της e-RDA