|
 |
Αρχική » Κατήχηση » Κηρύγματα

Στόν ἀπόηχο τῆς μεγάλης γιορτῆς τῶν Χριστουγέννων καί στή λαμπερή ἀτμόσφαιρα αὐτῶν τῶν ἡμερῶν παρακολουθοῦμε τά πρῶτα γεγονότα τῆς ζωῆς τοῦ Θείου Βρέφους. Ὁ Εὐαγγελιστής Ματθαῖος μᾶς ἐξιστορεῖ τήν πρώτη περιπέτεια πού ἀναγκάζεται νά περάσει ἡ «ἁγία οἰκογένεια», προκειμένου ν’ ἀποφύγει τήν ἀνθρώπινη κακία. Ὁ μικρός Ἰησοῦς γίνεται δραπέτης καί μετανάστης. Μετακομίζει στήν Αἴγυπτο, γιά νά δραπετεύσει ἀπό τόν Ἡρώδη. Δραπετεύει ὁ Θεός ἀπό τό ἀνθρώπινο μίσος, ἀλλά δέν μπορεῖ νά δραπετεύσει ὁ ἄνθρωπος ἀπό τή θεϊκή ἀγάπη.Δραπέτης καί μετανάστης ὁ Ἰησοῦς ἀλλά ὄχι ἀπό δειλία. Ἀπό ἀπέραντη ἀγάπη καί σοφία μεταναστεύει σέ μία ξένη χώρα. Πηγαίνει σ’ ἕναν τόπο ὅπου θά γκρεμίσει τά εἴδωλα. Πηγαίνει νά ἁγιάσει τή χώρα πού κάποτε φιλοξένησε τούς προγόνους Του, ἀλλά καί προσπάθησε νά τούς ἐγκλωβίσει. Πηγαίνει νά φωτίσει τά σκοτάδια ἑνός ξένου λαοῦ μέ τή σιωπηλή παρουσία Του. Δέν πηγαίνει ἐκεῖ γιά νά σώσει τή ζωή Του. Πηγαίνει γιά νά δώσει ζωή. Ἡ πρόσκαιρη διαμονή Του στήν Αἴγυπτο θά σφραγίσει αὐτή τή χώρα ὡς χώρα πού φιλοξένησε τόν Θεό!
Δραπέτης καί μετανάστης ὁ Χριστός στό διάβα τῆς ἱστορίας. Κυνηγημένος ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἀνασφάλεια, περιφρονημένος ἀπό τήν ἀνθρώπινη ἄγνοια, συκοφαντημένος ἀπό τήν ἀνθρώπινη κακία περιπλανιέται στά σοκάκια τῆς ἀνθρωπότητας ὄχι γιά νά γλιτώσει ἀλλά γιά νά δώσει. Δέ θά εἶναι ἡ τελευταία φορά πού θά ἐκδιωχθεῖ ὁ Ἰησοῦς. Στήν ἐνήλικη ζωή Του θά δραπετεύσει ἀπό τήν ἰδιαίτερη πατρίδα Του, τή Ναζαρέτ, ἐπειδή θά Τόν ἀπορρίψουν οἱ συντοπίτες Του. Θά μεταναστεύσει στήν Καπερναούμ, γιά νά μοιράσει τίς ἀπέραντες εὐλογίες Του στή «Γαλιλαία τῶν ἐθνῶν». Ὁ Ἰησοῦς δέν φοβᾶται τούς ἀνθρώπους.Εἶναι πλάσματά Του. Ὁ Ἰησοῦς φεύγει ἀπό τόπο σέ τόπο καί δέν ἔχει ποῦ νά γείρει τό κεφάλι Του, διότι ἀγαπάει τούς ἀνθρώπους. Σκορπίζει τήν παρουσία Του ἀφειδώλευτα, διότι εἶναι πηγή ζωῆς καί ἐλπίδας ὅπου βρεθεῖ. Ἀποφεύγει πρός στιγμήν τήν κακία, ἀλλά δέν ἀποφεύγει τούς κακούς. Ἀρνεῖται τήν ἁμαρτία, ἀλλά δέν ἀρνεῖται τούς ἁμαρτωλούς. Ὁ Ἰησοῦς ξέρει νά φυλάει τόν ἑαυτό Του ἀκέραιο, διότι θέλει ἔτσι ἀκέραιος νά προσφέρεται στό ἑκούσιο πάθος καί νά χαρίζει στούς ἀνθρώπους τό Σῶμα καί τό Αἷμα Του. Δραπέτης καί μετανάστης ὁ Κύριος ἀπό ἀγάπη καί φιλανθρωπία. Δρομέας στούς δρόμους τῆς κτιστῆς πραγματικότητας, γιά νά ἀνοίξει καινούργιους δρόμους στή δική Του ἄκτιστη χάρη.
Ὁ Χριστός εἶναι ὁ μόνος δραπέτης πού δέν φοβᾶται, ἀλλά φοβίζει αὐτούς πού Τόν κυνηγοῦν. Εἶναι τό μόνο θύμα πού φοβίζει τόν θύτη του. Δέν φοβᾶται ὁ Χριστός τόν Ἡρώδη. Ὁ Ἡρώδης φοβᾶται τόν Χριστό, γι’ αὐτό Τόν κυνηγάει. Ὁ φόβος τοῦ ἀνθρώπου τόν κάνει διώκτη τοῦ Θεοῦ. Φοβᾶται τόν Θεό ὁ ἄνθρωπος, διότι συνήθισε στήν ἁμαρτία. Φοβᾶται τήν ἐλευθερία, διότι δέν ξέρει πῶς νά τή διαχειριστεῖ. Ἔμαθε νά ζεῖ στά δεσμά τῶν παθῶν, ἔμαθε νά ἐπιδιώκει τήν πρόσκαιρη εὐχαρίστηση τῶν γήινων ἀπολαύσεων. Ἔμαθε νά κυλιέται στή λάσπη καί στή βρωμιά τῶν ἐξαρτήσεων. Ἔπαψε νά κοιτάζει ψηλά καί μακριά. Ἔγινε κοντόφθαλμος καί μύωψ. Βλέπει ὅ,τι εἶναι μπροστά του καί ξεχνάει τί τόν περιμένει ἀργότερα. Ἀγάπησε τό πανδοχεῖο αὐτῆς τῆς πραγματικότητας καί λησμόνησε τό πανέμορφο καί μεγαλειῶδες πατρικό του σπίτι, πού εἶναι ἡ αἰωνιότητα. Φοβᾶται ὅτι ὁ Ἰησοῦς θά τόν ἀναστατώσει, θά τόν ξεβολέψει, θά τόν φέρει σέ ἀμηχανία, θά τόν ὁδηγήσει στήν αὐτογνωσία. Ἡ αὐτογνωσία τρομάζει τόν ἄνθρωπο, διότι στά τρίσβαθα τῆς ὕπαρξής του κρύβονται θηρία ἀνομολόγητα, πού θά τόν δαγκώσουν καί δέν ξέρει πῶς νά τά ἐξημερώσει. Προτιμάει τό λίγο, ἐπειδή φοβᾶται τό πολύ. Προτιμάει τά ὑποκοριστικά αὐτῆς τῆς ζωῆς. Φοβᾶται τά ὑπερθετικά τῆς ἄλλης, τῆς ἀληθινῆς ζωῆς. Διώκει τόν Χριστό ἀπό τό προσκήνιο. Θέλει τόν Θεό κομπάρσο στή ζωή του. Πρωταγωνιστή βάζει τόν ἑαυτό του, τίς ἐπιθυμίες, τίς ἀνάγκες, τίς ἐπιδιώξεις καί τά δικαιώματά του. Δέν θέλει νά τοῦ κλέψει τήν παράστασηὁ Χριστός. Στήν παράσταση αὐτῆς τῆς ζωῆς θέλει νά ἔχει ἕνα μονόλογο, τόν δικό του μονόλογο, καί ὄχι τόν λόγο τοῦ Θεοῦ.
«Ὁ δέ ἐγερθείς παρέλαβε τό παιδίον καί τήν μητέρα αὐτοῦ νυκτός καί ἀνεχώρησεν εἰς Αἴγυπτον». Δραπέτης καί μετανάστης ὁ Ἰησοῦς, ἀλλά δέν εἶναι μόνος Του. Στίς διώξεις πού ὑφίσταται στό διάβα τῆς ἱστορίας ἔχει πάντοτε τούς δικούς Του ἀνθρώπους. Δίπλα Του ὑπάρχουν κάποια πρόσωπα, ἔστω καί ἐλάχιστα, πού Τόν ἀγαποῦν ἀληθινά καί θέλουν νά Τόν φυλάξουν ἀπό τούς διῶκτες Του. Ὄχι ἐπειδή φοβοῦνται ὅτι θά πάθει κάτι ὁ Θεός ἀλλά ἐπειδή θέλουν ὁ Σωτήρας νά ἐπιτελεῖ ἀπρόσκοπτα τό λυτρωτικό ἔργο Του. Τόν ἀποκρύπτουν ἀπό τούς ἀκατάλληλους ἀνθρώπους, γιά νά Τόν χαροῦν ὅσοι ἐπιλέγουν νά γίνουν συνοδοιπόροι καί μαθητές Του. Δίπλα στόν διωκόμενο Ἰησοῦ ὑπάρχουν ἄνθρωποιπού, σάν τή Θεοτόκο καί τόν Μνήστορα Ἰωσήφ,ἐπιθυμοῦν νά Τόν κρατοῦν σάν πολύτιμο θησαυρό στήν ἀγκαλιά τους καί νά Τόν μοιράζονται μόνο μέ ὅσους Τόν ἀγαποῦν ἀληθινά. Ὁ Παντοδύναμος Θεός ἔχει τούς δικούς Του προστάτες σ’ ὅλες τίς ἐποχές. Αὐτοί δέν προστατεύουν τόν Θεό ἀπό κάτι ἀλλά τήν ἀνθρωπότητα ἀπό τό μίσος ἐναντίον τοῦ Θεοῦ. Πάντοτε ὑπάρχει καί θά ὑπάρχει τό ἐκλεκτό λῆμμα, τό πολύτιμο ὑπόλειμμα τῆς ἀνθρωπότητας, πού θά ποθεῖ καί θά ἐναγκαλίζεται τόν Θεό. Εἶναι οἱ εὐλογημένες προσωπικότητες πού συνοδεύουν τόν Ἰησοῦ στούς δρόμους τῆς ἐξορίας Του. Εἶναι οἱ ἁγιασμένες ψυχές πού συμπορεύονται μέ τόν Χριστό στίς περιπέτειές Του. Εἶναι αὐτοί πού ἀνεβαίνουν μαζί Του στόν Γολγοθᾶ καί κοινωνοῦν τά πάθη Του, ὄχι γιά νά κερδίσουν κάτι ἀλλά μόνον ἐπειδή Τόν ἀγαποῦν.
Δραπέτης καί μετανάστης ὁ Ἰησοῦς! Τό μίσος καί ἡ κακία Τόν διώκουν. Ἕνα μίσος καί μία κακία πού τροφοδοτεῖται ἀπό τόν ἐγωισμό καί τίς ψεύτικες φοβίες. Ὁ Χριστός διαφεύγει ἀπό τίς παγίδες, γιά νά χαρίζει τίς ἀπέραντες εὐλογίες Του ἀνεμπόδιστα παντοῦ. Μαζί Του ἄς ἔχει ἐμᾶς ὡς συνοδούς καί κήρυκες τοῦ μεγαλείου Του. Ἄς μᾶς ἀξιώνει νά εἴμαστε οἱ λίγοι,ἴσως, ἀλλά δυνατοί ἐραστές τῆς ἀγάπης Του, γιά νά χαιρόμαστε μέ τό ἔργο Του καί νά δοξαστοῦμε, ὅταν θριαμβεύσει στήν αἰωνιότητα μέ τή Βασιλεία Του.
Ι.Μ.Δ
|
|